Ψηφιακή Φωτογραφία
- Πληροφοριακά Στοιχεία
Οι φωτογραφικοί δρόμοι που υπάρχουν διαθέσιμοι σήμερα είναι:
1. Ο παραδοσιακός με κάποια προσαρμογή. Μπορεί κάλλιστα όποιος έχει μια οποιαδήποτε φωτογραφική μηχανή με χρήση φιλμ να ψηφιοποιήσει με έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή και ένα σαρωτή όποια φωτογραφία ή έγχρωμη διαφάνεια επιθυμεί. Ένας σαρωτής (scanner) για φιλμ κοστίζει σήμερα από 300.000 μέχρι και 500.000 δραχμές, όσο δηλαδή και μια αυτόματη, κόμπακτ, ψηφιακή, φωτογραφική μηχανή. Μπορεί επίσης πολύ εύκολα κάποιος να εμφανίσει ένα έγχρωμο φιλμ και να ζητήσει να εγγραφούν όλες του οι φωτογραφίες ψηφιακά σε δίσκο CD.
Το πλεονέκτημα της χρήσης του φιλμ είναι η υψηλή ποιότητα της απεικόνισης, και ειδικά στο έγχρωμο θετικό φιλμ (slide) τα φωτογραφικά αποτελέσματα είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να ελπίσει ένας φωτογράφος σήμερα. Η αυτονομία και η αντοχή της κλασικής πλέον φωτογραφικής μηχανής που χρησιμοποιεί φιλμ, ειδικά της reflex, έχουν φτάσει σε υψηλά επίπεδα τελειότητας. Και όμως η ψηφιακή φωτογραφία σήμερα, δείχνει ότι οδηγεί την υπόθεση της φωτογραφίας σε μια περίοδο αναγέννησης, προσφέροντας πολλές και ενδιαφέρουσες νέες δυνατότητες δημιουργίας και ταυτόχρονα αξιόλογη ποιότητα εικόνας.
2. Ο μοντέρνος, σύγχρονος, ψηφιακός τρόπος. Με μια τελευταίου τύπου ψηφιακή φωτογραφική μηχανή, πλούσια σε ανάλυση και με ελάχιστο όριο τα 3,34 εκατομμύρια εικονοστοιχεία, μπορούμε να κάνουμε την ίδια εργασία.
Η άποψη που είχαμε μέχρι σήμερα ήταν υπέρ της χρήσης μιας ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής και είχε σχέση περισσότερο με τις ευκολίες που προσφέρονται στο φωτογράφο και λιγότερο με την ποιότητα. Τουλάχιστον έτσι ήταν μέχρι την παρουσία των ψηφιακών αισθητήρων με την ανάλυση των τριών εκατομμυρίων εικονοστοιχείων (pixel). Χρειάζεται εδώ να ανοίξουμε μια παρένθεση και να κάνουμε μια διευκρίνιση. Όταν λέμε «φωτογραφία», αυτό που εννοούν ο απλός κόσμος και σχεδόν όλοι οι ερασιτέχνες είναι ένα κομμάτι χαρτί διαστάσεων 7x10 έως 18x24 εκατοστών και βάρους 180 έως 240 γραμμαρίων (η καλή φωτογραφία θέλουμε να είναι τυπωμένη σε χαρτί ελαφρά άκαμπτο), επάνω στο οποίο είναι τυπωμένη μια εικόνα που έχει δημιουργηθεί με τη βοήθεια του φωτός, δηλαδή χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση πέρα από την επιλογή του κάδρου. Μιλάμε δηλαδή για μια μηχανική καταγραφή της πραγματικότητας, όπως αυτή φαίνεται μέσα από το φακό της όποιας φωτογραφικής μηχανής. Μεγαλύτερες σε μέγεθος φωτογραφίες υπάρχουν, αλλά σπάνια χρησιμοποιούνται σε καθημερινή βάση, σπανιότερα αποθηκεύονται και ακόμη πιο επιλεκτικά και σπάνια θα χρειαστεί να εκτεθούν. Εφόσον μιλάμε για φωτογραφίες, θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι οι περισσότερες είναι οι αναμνηστικές, οι οποίες, ακόμη και σήμερα, καταλήγουν σε ένα άδειο κουτί από παπούτσια. Όσο για τα φιλμ, συνήθως τα περισσότερα χάνονται και τα υπόλοιπα γεμίζουν σκόνη και γρατσουνιές. Με όλα αυτά τα δεδομένα, η ψηφιακή φωτογραφία και η ψηφιακή φωτογραφική μηχανή αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
για καλύτερη Φωτογραφία
Αν όλα καταλήγουν να είναι ψηφιακά, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ξεκινούν από ένα απλό κλικ. Ένα κλικ που εξαρτάται από αρκετά στοιχεία και μπορεί από την πρώτη στιγμή να δώσει ένα καλύτερο αποτέλεσμα.
H μηχανή κάνει το μάστορα ή ο μάστορας είναι μάστορας, όποια μηχανή και αν έχει; Όποια και αν είναι η απάντηση, από τη στιγμή που χωρίς φωτογραφική μηχανή, φωτογραφία δεν γίνεται, είμαστε αναγκασμένοι να επιλέξουμε ένα εργαλείο για να κάνουμε τη δουλειά μας. Η ψηφιακή φωτογραφική μηχανή είναι ένα μέσο για να παίρνουμε εύκολα και με μικρό κόστος φωτογραφίες. Είναι ωστόσο σε διαρκή εξέλιξη και αυτό τρομάζει μερικούς και τους κάνει επιφυλακτικούς. Από τα πρώτα μοντέλα που είδαμε πριν από μερικά χρόνια, μέχρι σήμερα, η αντίληψη που επικράτησε κυρίως στην ολοκλήρωση αυτών των μηχανών, ήταν ο καταναλωτικός προσανατολισμός και οι πολλές ευκολίες που μπορούσαν να προσφέρουν. Όσο για τον τρόπο λειτουργίας και τον έλεγχο του φωτισμού, βασικά δεν άλλαξαν πολλά πράγματα σε σχέση με τις κλασικές φωτογραφικές μηχανές για χρήση φιλμ. Η συνεχής βελτίωση των ψηφιακών αισθητήρων, των κυκλωμάτων, των φακών, ακόμη και των μπαταριών, πέρασε από πολλές δυσκολίες μέχρι να φτάσουμε σήμερα στο σημείο να έχουμε την ικανοποίηση να υποδεχόμαστε μόνο αξιόλογες ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές. Η ποιότητα των φωτογραφιών στο σύνολό τους είναι πολύ καλή, άσχετα με το ποια φωτογραφική μηχανή πήρε το μεγαλύτερο βαθμό. Για φωτογραφικές εκτυπώσεις σε μέγεθος 13x18 εκατοστά, οι διαφορές από τη φωτοχημική φωτογραφία είναι πλέον αμελητέες και εξαρτώνται περισσότερο από τις ιδιορρυθμίες του εκτυπωτή. Αν σκεφτεί κανείς ότι η επιφάνεια ενός σύγχρονου ψηφιακού αισθητήρα είναι περίπου το 1/4 της επιφάνειας του φιλμ των τριάντα πέντε χιλιοστών, τότε καταλαβαίνουμε πολύ εύκολα ότι η ψηφιακή φωτογραφική μηχανή για πρώτη φορά έχει φτάσει σε απόσταση αναπνοής από την αντίστοιχη που χρησιμοποιεί φιλμ, ενώ οι ευκολίες και οι δυνατότητες που μας προσφέρει είναι σαφώς περισσότερες.
Έλεγχος Φωτισμού.
Αφού η ψηφιακή ποιότητα βρίσκει το δρόμο της, θα πρέπει να πούμε τι αλλάζει (αν αλλάζει κάτι) στη διαδικασία της φωτογράφησης σε σχέση με το φιλμ. Η ποιότητα και η ανοχή του φιλμ είναι δεδομένες, αφού ακόμη και το πιο δύστροπο φιλμ, χάρη στην τεχνολογία των επεξεργαστών που ελέγχουν την έκθεση στο φως σε κάθε καλή φωτογραφική μηχανή, θα μας δώσει μια καλή φωτογραφία. Τα ίδια συστήματα ελέγχου του φωτισμού που θα βρούμε σε μια αναλογική φωτογραφική μηχανή, θα τα βρούμε και στην ψηφιακή, άρα ο έλεγχος του φωτισμού δεν αποτελεί πρόβλημα. Για παράδειγμα, υπάρχουν πλέον η σημειακή φωτομέτρηση, η μέθοδος με υπολογισμό στο κέντρο βάρους της φωτογραφίας και η μήτρα ή μέσος όρος πολλών σημείων και στα δύο είδη φωτογραφικών μηχανών, με φιλμ και ψηφιακό αισθητήρα. Επιπλέον, στις ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές, το φως ελέγχεται και για την ποιότητά του με μεγάλη, σχεδόν απόλυτη, ακρίβεια, μέσω του μηχανισμού ελέγχου του λευκού (white balance), μια διαδικασία που γίνεται αυτόματα ή με επιλογή, σε χρόνο που ο χρήστης-φωτογράφος της μηχανής δεν το παίρνει είδηση. Για τις δύσκολες φωτιστικές καταστάσεις, κατά τις οποίες μερικά φωτόμετρα ξεγελιούνται, υπάρχει και η δυνατότητα αντιστάθμισης της έκθεσης. Επομένως, με μια καλή ψηφιακή φωτογραφική μηχανή έχουμε και το πλεονέκτημα να μη χρειαζόμαστε δύο διαφορετικά φιλμ, ένα για φωτισμό ημέρας και ένα για τεχνητό φωτισμό. Η τελευταία ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα πρόσθετη δυνατότητα που συναντήσαμε είναι ότι μπορούμε να επιλέγουμε τη ρύθμιση της ευαισθησίας του ψηφιακού αισθητήρα, ή να αφήνουμε τη μηχανή να προσαρμόζεται μόνη της στο φωτισμό από 100 μέχρι και 400 ISO, κάνοντας έτσι τη φωτογράφηση παιχνίδι όσο (λίγο ή πολύ) φως και αν υπάρχει. Στις νυχτερινές λήψεις οι περισσότερες μηχανές διαθέτουν δυνατότητα ελέγχου του φλας, έτσι ώστε αυτό να ανάψει στο τέλος της έκθεσης. Όσον αφορά στη μείξη του φωτισμού ημέρας και του φλας, αυτό είναι κάτι που έχει πλέον ξεπεραστεί με επιτυχία στις καλές μηχανές.
Ας περάσουμε όμως και στο θέμα του κλείστρου, όπου έχουμε μια αντιμετώπιση αυτόματης cpmpact με τάση για ολοένα περισσότερες δυνατότητες, σε σημείο που αρκετές μηχανές, αλλά όχι όλες, να μπορούν να δώσουν χρόνους από 16 δευτερόλεπτα μέχρι 1/2.000 του δευτερολέπτου. Υπάρχουν όμως και κάποιες εξαιρέσεις, στις οποίες ο χρόνος μπορεί να φτάσει και στο 1/10.000. Γενικά όμως, αυτό στο οποίο υστερεί η compact ψηφιακή φωτογραφική μηχανή δεν είναι το κλείστρο αλλά ο χρόνος απόκρισης στο πάτημα του κουμπιού φωτογράφησης. Η λύση δίνεται μόνο στις ακριβές ψηφιακές τύπου reflex. Όλες οι άλλες μηχανές χρειάζονται ένα διάστημα για να ρυθμιστούν, να γίνουν οι απαραίτητοι έλεγχοι, να επιτευχθεί η αυτόματη εστίαση, ώστε να δώσουν την πολύτιμη και μεγάλη στιγμή τη φωτογραφία που ζητήσαμε. Αυτό γίνεται συνήθως δύο έως οκτώ δέκατα του δευτερολέπτου μετά το πάτημα του κουμπιού, ανάλογα με τη μηχανή, και είναι κάτι που προορίζει αυτόματα όλες τις compact φωτογραφικές μηχανές, αναλογικές και ψηφιακές, για χρήση ερασιτεχνική και περιστασιακά με κάποιες ανοχές για χρήση επαγγελματική. Έχουμε λοιπόν ως δεδομένο πλέον ότι το φως ελέγχεται, ανάλογα με τις δυνατότητες της φωτογραφικής μηχανής, το ίδιο καλά, χωρίς να έχει καμιά σχέση το αν είναι ψηφιακή ή αναλογική, ενώ αντίθετα η ψηφιακή φωτογραφική μηχανή ελέγχει και το λευκό. Ο έλεγχος του φωτισμού έχει να κάνει περισσότερο με το κόστος της φωτογραφικής μηχανής, με αποτέλεσμα μια φθηνή μηχανή να υστερεί σε σχέση με μια ακριβή.
Αυτόματη Εστίαση.
Στο θέμα της εστίασης τα πράγματα δεν διαφέρουν σε τίποτα από μια φωτογραφική compact με χρήση φιλμ. Αντίθετα και πάλι σε μερικές μηχανές τα βήματα ελέγχου είναι πολύ περισσότερα, γιατί το CCD είναι πολύ πιο λεπτό και απαιτεί μεγαλύτερη ακρίβεια στην τοποθέτηση του φακού σε σχέση με το θέμα. Οι φακοί στις ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές έχουν επίσης βελτιωθεί σημαντικά, ενώ έχουν χρησιμοποιηθεί νέες βαφές στα κρύσταλλα αλλά και στις επιφάνειες των ψηφιακών αισθητήρων για να αποδίδουν καλύτερα (οξύτητα, ευκρίνεια, ανάλυση, χρώμα, γεωμετρία, πλαστικότητα) και να μειώνεται ο ψηφιακός θόρυβος. Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε σήμερα πολύ καλύτερες φωτογραφίες. Οι συχνότερα απαντώμενοι φακοί είναι οι zoom 3x, αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις με 5x μέχρι και 10x. Για το ψηφιακό zoom δεν μπορούμε να πούμε τίποτα, γιατί δεν προσφέρει ποιότητα. Ο υπολογισμός της απόστασης του αντικειμένου από το φακό γίνεται είτε με τη μέθοδο της ανίχνευσης της έντασης του φωτός είτε με υπέρυθρες ακτίνες είτε με τις δύο μεθόδους που διαθέτουν μερικές από τις πιο προχωρημένες μηχανές.
Η διαβάθμιση των γκρίζων και των χρωμάτων, όσο χρησιμοποιούμε τα 24bit, δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι σημαντικό. Ωστόσο υπάρχει θεαματική βελτίωση κάθε χρόνο, με αποτέλεσμα να μην έχουμε καμένες λευκές περιοχές και αφώτιστες μαύρες, όταν φωτογραφίζουμε με σκληρούς φωτισμούς. Αυτό οφείλεται στους πλουσιότερους σε ανάλυση ψηφιακούς αισθητήρες, στους αλγόριθμους και στη σχεδίαση των κυκλωμάτων. Διαφορά υπάρχει από την απόδοση του φιλμ και θα υπάρχει, όπως είναι φυσικό. Η μόνη λύση είναι να περάσουμε σε βάθος χρώματος 30 ή 36bit, πράγμα που θα αυξήσει το μέγεθος των αρχείων και τους χρόνους αποθήκευσης.
Σκόπευση και Κράτημα της Φωτογραφικής Μηχανής.
Η σκόπευση και το κράτημα της ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής δεν διαφέρουν σε σχέση με μια αναλογική μηχανή. Αυτό που διαφοροποιεί τα πράγματα είναι η δυνατότητα περιστροφής του φακού σε σχέση με τη σκόπευση. Είναι μια δυνατότητα πρωτόγνωρη που παρέχουν λίγες μόνο ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές. Στην περίπτωση λοιπόν που ο φακός περιστρέφεται σε σχέση με την έγχρωμη οθόνη (Nikon Coolpix 950, Coolpix 990, Sony S70), τα πράγματα αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και εμείς έχουμε πλέον άπειρες δυνατότητες να δούμε το θέμα μας από όποια γωνία θέλουμε και από όποιο ύψος μπορούμε να κρατήσουμε τη μηχανή. Η δυνατότητα περιστροφής του φακού λειτουργεί εντελώς ανατρεπτικά στη φωτογράφηση και είναι ένα από τα θετικά για τη χρήση ή την απόκτηση μιας ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής αυτού του τύπου. Αυτό που προσέχουμε όταν φωτογραφίζουμε μέσα από την έγχρωμη οθόνη είναι να κάνουμε οικονομία στις μπαταρίες και να κρατάμε προσεκτικά και πιο σταθερά τη φωτογραφική μηχανή. Ο λόγος είναι ότι για να στηρίξουμε τη μηχανή δεν χρησιμοποιούμε πλέον το κεφάλι μας (γωνίες του κεφαλιού) αλλά τα χέρια μας.
Η βίδα στήριξης υπάρχει όπως πάντα, ενώ αυτό που απουσιάζει (άγνωστο γιατί) είναι ο τηλεχειρισμός ή το τηλεχειριστήριο, ώστε να μην υπάρχει δυσκολία στη φωτογράφηση με τη μηχανή στερεωμένη σε τρίποδο. Ελάχιστες μηχανές διαθέτουν συσκευή τηλεχειρισμού και όλες οι άλλες μας αναγκάζουν να καταφύγουμε στη λειτουργία της αυτο-φωτογράφησης. Το οπτικό σκόπευτρο μας λύνει τα χέρια στο ύπαιθρο. Προσοχή πρέπει να δώσουμε στην παράλλαξη, ενώ η πολύτιμη έγχρωμη οθόνη μάς βοηθά αφάνταστα στον έλεγχο, αλλά δεν μας πληροφορεί με σαφήνεια για το αν η φωτογραφία μας είναι καλά εστιασμένη ή κουνημένη. Αυτό γίνεται γιατί η ανάλυσή της είναι πολύ μικρή. Στο σημείο αυτό η ψηφιακή φωτογραφική υπερέχει της αναλογικής, γιατί μπορούμε να δούμε αν φωτογραφίσαμε και αν έχουμε σωστά χρώματα (τουλάχιστον μέχρι ενός σημείου). Σε γενικές γραμμές προσέχουμε περισσότερο να μην έχουμε τον ήλιο μέσα στο φακό, να μην εκθέτουμε τη φωτογραφική σε υγρασία και ζέστη, να μην αφήνουμε τις μπαταρίες μέσα σε αυτή για περισσότερο από μια εβδομάδα, να μην την χτυπήσουμε (όπως πάντα, δεν πρέπει να πέσει κάτω) να είναι κλειστή η παροχή ενέργειας σε κάθε σύνδεση ή τοποθέτηση εξαρτήματος, γιατί όλες οι ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές είναι στο βάθος και ηλεκτρονικοί υπολογιστές. Όταν τοποθετούμε τις κάρτες μνήμης, δεν βιαζόμαστε, προσέχουμε να μην μπει σκόνη και να μη φθαρθούν οι επαφές ειδικά με τις κάρτες smartmedia. Τα σημεία που «ζορίζονται» περισσότερο σε μια ψηφιακή φωτογραφική μηχανή είναι το καπάκι της μπαταριοθήκης και ο διακόπτης παροχής ενέργειας που χρησιμοποιείται πιο συχνά: προσοχή λοιπόν εκεί. Αν υπάρχει θήκη, θα πρέπει να τη χρησιμοποιείτε, αν δεν υπάρχει, μην αργοπορείτε καθόλου, γιατί η θήκη μεταφοράς προστατεύει από πτώσεις και από πολλές άλλες ταλαιπωρίες την ευαίσθητη μηχανή. Ο φακός και πάλι θα πρέπει να είναι καθαρός: δεν βάζουμε δάχτυλα και δεν αφαιρούμε βρομιές και σκόνη παρά μόνο με κάποιο ειδικό καθαριστικό και βέβαια όχι με καθαριστικό κουζίνας. Υπάρχουν ειδικά μαντιλάκια και υγρά καθαρισμού στα ειδικά φωτογραφικά καταστήματα. Μια πρόσθετη κάρτα μνήμης με μεγάλη χωρητικότητα και επαναφορτιζόμενες μπαταρίες, λιθίου αν είναι δυνατόν, είναι τα πλέον χρήσιμα πράγματα που θα σας λύσουν τα χέρια και θα σας βοηθήσουν να αξιοποιήσετε καλύτερα την ψηφιακή σας φωτογραφική μηχανή.
Η απάντηση στο αρχικό ερώτημα τώρα, αργότερα ή ποτέ, νομίζω ότι είναι πλέον σαφής και σίγουρα μέσα στο χρόνο που διανύουμε δεν τη γλιτώνετε την αγορά.
Φωτοχημική Εκτύπωση Ψηφιακών Φωτογραφιών.
Το πρώτο και βασικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε με όσα όμορφα και ψηφιακά μπορούμε να δημιουργήσουμε με τη «νέα τεχνολογία», είναι ένα μόνιμο αποτέλεσμα, ένα αποδεικτικό στοιχείο, μια εκτύπωση σε χαρτί. Για το σκοπό αυτό, η τεχνολογία των εκτυπωτών ψεκασμού έχει πραγματοποιήσει τεράστια βήματα. Υπάρχει όμως ένα μεγάλο πρόβλημα: απαιτεί ηλεκτρονικό υπολογιστή, γνώση και υπομονή, μια διαρκή οικονομική αιμορραγία σε χαρτί και μελάνια αλλά και για αναβαθμίσεις σε λογισμικό και μηχανές. Ακόμη και ο χώρος για την εγκατάσταση του συστήματος είναι ένα θέμα. Μπορεί οι διαστάσεις που απαιτούνται να είναι μικρότερες από εκείνες ενός σκοτεινού θαλάμου, αλλά δεν παύει να χρειάζεται κάποιος χώρος μέσα στο γραφείο ή το σπίτι. Υπάρχει πάντα το πρόβλημα ότι, αν δεν γίνεται χρήση του εκτυπωτή για μεγάλο χρονικό διάστημα, τα μελάνια ξεραίνονται και τα ευαίσθητα ακροφύσια κλείνουν, ενώ η κεφαλή πεθαίνει, μην μπορώντας να ψεκάσει με επιτυχία το μελάνι. Το κόστος σε χρόνο και χρήμα δεν είναι αμελητέο και σίγουρα, αν δεν είμαστε φανατικοί με τη φωτογραφία αλλά και με τους υπολογιστές, η εκτύπωση των φωτογραφιών δεν είναι ό,τι πιο απλό.
Στον αντίποδα των παραπάνω υπάρχει η εύκολη λύση: η εκτύπωση των ψηφιακών μας φωτογραφιών σε κάποιο αυτόματο μηχάνημα που χρησιμοποιεί την κλασική τεχνολογία εκτύπωσης φωτογραφιών σε έγχρωμο φωτοχημικό χαρτί. Θα πρέπει επίσης να προσθέσουμε ότι για την ίδια εργασία, πριν από ένα χρόνο, πληρώσαμε τα διπλάσια χρήματα, που σημαίνει ότι υπάρχει σαφής πτωτική τάση των τιμών. Η διαδικασία είναι απλή: αντιγράφετε τις ψηφιακές σας φωτογραφίες σε μια δισκέτα 3,5 ιντσών ή σε ένα δίσκο Zip ή σε ένα CD-ROM, και το δίνετε σε κάποιο κατάστημα που έχει εγκαταστήσει το κατάλληλο μηχάνημα. Αυτό πρακτικά δεν είναι κάτι παραπάνω από μια κεφαλή ανάγνωσης-εκτύπωσης, που ακολουθεί το πρότυπο RGB. Το μοντέλο αυτό προσδιορισμού των χρωμάτων είναι εκείνο που χρησιμοποιεί τόσο η ψηφιακή σας φωτογραφική μηχανή όσο και η έγχρωμη οθόνη του υπολογιστή σας, άρα εύκολα μπορείτε να ελέγξετε το αποτέλεσμα. Είναι δυνατόν μάλιστα να δημιουργήσετε και κάποια αρχεία με τα βασικά χρώματα, για να δείτε πώς ανταποκρίνονται το μηχάνημα, το φωτογραφικό χαρτί και τα χημικά. Μπορείτε έτσι πληρώνοντας ένα σχετικά μικρό ποσό να έχετε τις φωτογραφίες σας καλοτυπωμένες, σε φωτογραφικό χαρτί, μέσα σε μία ημέρα. Το κόστος που σας δίνουμε είναι ενδεικτικό και, αν έχετε περισσότερες εκτυπώσεις από μία, μπορείτε να πετύχετε καλύτερη τιμή. Έτσι, το μέγεθος 10x15 εκατοστά κοστίζει σήμερα περίπου 220 δραχμές. Το μέγεθος 13x18 κοστίζει 430 δραχμές και τα μεγέθη 15x21 μέχρι και 20x30 κοστίζουν 1.950 δραχμές, γιατί εκτυπώνονται στο ίδιο μέγεθος χαρτιού. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι σε έναν ακόμη χρόνο οι τιμές αυτές θα πέσουν, αφού το κόστος της αρχικής επένδυσης (15-20 εκατομμύρια) που χρειάζεται ένα εργαστήριο για τον εξοπλισμό του, θα έχει αποσβεστεί. Στα μηχανήματα νεότερης γενιάς τα πράγματα είναι ακόμη καλύτερα, εφόσον δίνοντας είτε φιλμ είτε ψηφιακά αρχεία η διαδικασία εκτύπωσης αρχίζει πάντα με ψηφιοποίηση στο χρωματικό μοντέλο RGB. Από εκεί και πέρα τα πάντα είναι διαθέσιμα, αρκεί να το ζητήσετε. Για παράδειγμα, μπορείτε να ζητήσετε να πάρετε τις φωτογραφίες σας σε ένα CD-ROM, σε δίσκο Zip ή σε φωτογραφικό χαρτί. Μπορεί πολλοί από εμάς να τη «βρίσκουν» με τις ατέλειωτες ώρες ενασχόλησης με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Υπάρχουν όμως και πολλοί άλλοι που δεν έχουν χρόνο διαθέσιμο ούτε για ανάπαυση. Βλέπουμε έτσι ότι η ψηφιακή φωτογραφική μηχανή αργά αλλά σταθερά γίνεται ένα αυτόνομο εργαλείο που μπορεί να σταθεί και χωρίς τον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Όπως θα διαβάσατε παραπάνω, υπάρχουν ήδη εκτυπωτές ψεκασμού ή και θερμικοί, που μπορούν να διαβάσουν την κάρτα μνήμης της ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής και να σας εκτυπώσουν φωτογραφίες, χωρίς και πάλι να χρειάζεστε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν είναι ανάγκη η κάρτα μνήμης να περιέχει μόνο φωτογραφίες από τη μηχανή σας. Έχετε τη δυνατότητα να μεταφέρετε στον εκτυπωτή οποιαδήποτε ψηφιακή εικόνα. Μπορεί σήμερα η εκτύπωση από φιλμ να στοιχίζει 40-100 δραχμές και η ψηφιακή εκτύπωση 220 δραχμές, τα υλικά όμως είναι ίδια και σύντομα θα δούμε τις διαφορές μεταξύ των τιμών να μηδενίζονται.
Aποθήκευση των Ψηφιακών Φωτογραφιών
Mε το πάτημα του κουμπιού της ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής, ενεργοποιείται ένας μηχανισμός υπολογισμού της έκθεσης και της εστίασης. Ευθύς αμέσως ο αισθητήρας συλλαμβάνει το λανθάνον είδωλο και το μετατρέπει σε μια σειρά κώδικα 0 και 1. Γίνεται στη συνέχεια κάποια επεξεργασία βελτίωσης και συμπίεσης των δεδομένων ανάλογα με τις δυνατότητες της μηχανής και η φωτογραφία, σε μορφή ψηφιακού αρχείου πλέον, φεύγει από την προσωρινή μνήμη, για να μπορέσουμε να πάρουμε την επόμενη. Έχουμε ήδη αποτυπώσει μια στιγμή της ζωής μας ψηφιακά... Η προσωρινή αλλά και η μόνιμη αποθήκευση των ψηφιακών φωτογραφιών που τραβάμε είναι ένα νέο και αναπτυσσόμενο κομμάτι της αγοράς, που ήδη προσφέρει ποικιλία προϊόντων και τεχνολογιών.
Οι κάρτες μνήμης SmartMedia είναι λεπτές και έχουν μέγεθος γραμματόσημου. Οι κάρτες CompactFlash (CFC) είναι πιο χοντρές και τις συναντάμε σε περισσότερους κατασκευαστές.
Στην απλούστερη των περιπτώσεων το μέσο αποθήκευσης των εικόνων μας μπορεί να είναι ο σκληρός δίσκος του ηλεκτρονικού μας υπολογιστή. Αν αποφασίσουμε ότι δεν χρειαζόμαστε εξωτερικές φωτογραφήσεις, πολλές από τις διαθέσιμες ψηφιακές φωτογραφικές συνδέονται άμεσα με τον υπολογιστή και μας επιτρέπουν να χρησιμοποιούμε το σκληρό δίσκο για αποθήκευση, χωρίς την ανάγκη πρόσθετης μνήμης. Οι θύρες αυτές είναι οι RS232, USB, 1394 FireWire, SCSI, LPT. Έτσι, ακόμη και η παράλληλη θύρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Όσο για την πλέον βολική και οικονομική λύση, αυτή είναι η λύση του USB, αφού προσφέρει ταχύτητα και οικονομία. Αν έχετε παλαιότερης τεχνολογίας ηλεκτρονικό υπολογιστή, υπάρχει πάντα η λύση να προμηθευτείτε έναν οδηγό ανάγνωσης για τη μορφή μνήμης που χρησιμοποιεί η ψηφιακή σας φωτογραφική, που θα μπορέσετε πολύ εύκολα να συνδέσετε με την παράλληλη θύρα, χωρίς να κάνετε εσωτερικές επεμβάσεις στο μηχάνημα. Υπάρχουν διαφόρων ειδών οδηγοί (Card Readers). Ορισμένοι διαβάζουν μόνο έναν τύπο μνήμης, άλλοι πάλι διαβάζουν τα πάντα, εκτός από τις κάρτες Memory Stick της Sony. Είναι πάντως ένα εξαιρετικά χρήσιμο περιφερειακό που σας επιτρέπει να μεταφέρετε τις εικόνες σας, χωρίς καν να συνδέετε τη φωτογραφική μηχανή με το PC ή να εγκαθιστάτε διάφορα προγράμματα. Απλώς βγάζετε τη μνήμη από τη μηχανή, την τοποθετείτε στον αναγνώστη (card reader) και μεταφέρετε τα αρχεία σαν να είναι μια απλή δισκέτα.
Μετατροπέας κάρτας μνήμης SmartMedia σε PCMCIA.
Πέρα όμως από τον τρόπο μεταφοράς ή την τελική αποθήκευση, που μπορεί να είναι και ένα CD-R, μεγάλη σημασία έχουν οι προσωρινές μνήμες που υπάρχουν στην αγορά. Οι τεχνολογίες και τα πρότυπα είναι αρκετά και διαφορετικά μεταξύ τους. Όλοι όμως συμφωνούν ότι χρειάζεται συνεχώς μεγαλύτερος χώρος αποθήκευσης αλλά και σε μικρότερο όγκο.
Το παιχνίδι παίζεται ανάμεσα στις κάρτες που είναι λεπτές σαν γραμματόσημο, τις γνωστές ως SmartMedia, και τις λίγο πιο χοντρές στο ίδιο όμως μέγεθος, τις CompactFlash (CFC). Οι δύο αυτοί τύποι συναντώνται για την ώρα στις περισσότερες μηχανές, προσφέρουν αξιοπιστία, «ικανοποιητική» ταχύτητα εγγραφής-ανάγνωσης και κόστος που είναι μάλλον υψηλό για την ώρα. Οι τιμές πέφτουν με την αύξηση της ζήτησης, ωστόσο τα 32ΜΒ μιας κάρτας SmartMedia κοστίζουν λίγο φθηνότερα από τα ανάλογα μιας CFC. Αν κρίνουμε από το πόσες ψηφιακές μηχανές χρησιμοποιούν τον ένα ή τον άλλο τύπο, θα δούμε ότι η κάρτα μνήμης CFC δείχνει να έχει περισσότερους οπαδούς. Η αλήθεια είναι ότι η μικρή αυτή πλακέτα μπορεί να φτάσει σε μεγάλες χωρητικότητες, τη στιγμή που η κάρτα SmartMedia σταματά στα 96ΜΒ. Έχουν ανακοινωθεί κάρτες CompactFlash με χωρητικότητα 500ΜΒ, αλλά δεν τις είδαμε ακόμη. Κυκλοφορούν επίσης γρηγορότερες κάρτες CFC με ταχύτητα 4x και 8x που διευκολύνουν αρκετά την αποθήκευση των φωτογραφιών.
Μετατροπέας της κάρτας SmartMedia σε δισκέτα, για την ανάγνωση της μνήμης από οδηγό 3,5 ιντσών.
Σημαντικότατη επίσης είναι και η πρώτη εμφάνιση τoυ Microdrive, του μίνι σκληρού δίσκου της IBM με χωρητικότητα 340ΜΒ. Πρόκειται στην ουσία για μια κάρτα που συνδυάζει τα χαρακτηριστικά της μνήμης CompactFlash και του σκληρού δίσκου. Αναγκαστικά είναι ένα χιλιοστό πιο παχύ από τις απλές κάρτες και φυσικά δεν «μπαίνει» σε όλες τις υποδοχές τύπου CFC. Ως νέο προϊόν η μνήμη αυτή της ΙΒΜ υπόσχεται πολλά και το κόστος ανά ΜΒ είναι σαφώς χαμηλότερο σε σχέση με μια αντίστοιχη κάρτα μνήμης ίδιας χωρητικότητας.
Από την άλλη πλευρά, η μνήμη της Sony (Memory Stick) υπόσχεται πολλά, αλλά ακόμη τις χρησιμοποιεί μόνο η Sony και δεν γνωρίζουμε τι θα συμβεί μελλοντικά. Για τις μεγαλύτερες ψηφιακές φωτογραφικές υπάρχουν οι κάρτες τύπου PCMCIA με μονό ή διπλό πάχος Ι και ΙΙ, ωστόσο οι κάρτες αυτές μάλλον δεν έχουν μέλλον.
Mία τυπική μνήμη CFC 8MB και το Microdrive της IBM των 340MB.
Η ποικιλία σε προϊόντα και περιφερειακά της αγοράς αυτής συμπληρώνεται από τους οδηγούς για τους παραπάνω τύπους μνήμης, καθώς και από διάφορους μετατροπείς για όλα τα ήδη καρτών μνήμης που υπάρχουν, ώστε η ανάγνωση της κάθε μνήμης να είναι πλέον παιχνίδι. Για τις κάρτες μνήμης SmartMedia υπάρχει και μετατροπέας σε δισκέτα, για οδηγό 3,5 ιντσών. Αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχουν πλέον πολλοί δρόμοι και ότι ο παλιός, αργός δρόμος με τα 32 ή 64Kbps της RS232 είναι μια κακή ανάμνηση, ακόμη και τα 115Kbps μας φέρνουν πανικό στην ιδέα της επανεκκίνησης, όταν δοκιμάσουμε μία από μοντέρνες διαθέσιμες λύσεις. Άλλωστε, το μέγεθος των αρχείων που παράγουν οι φωτογραφικές μηχανές τελευταίας γενιάς έχει γίνει αρκετά μεγάλο, για να περιμένουμε τη μεταφορά τους με μικρές ταχύτητες. Η αποθήκευση και η μεταφορά των ψηφιακών φωτογραφιών είναι πλέον παιχνίδι και το μόνο που χρειάζεται κανείς να προσέξει, είναι να χρησιμοποιήσει στην αρχή δοκιμαστικά την κάρτα μνήμης με δύο, τρεις διαμορφώσεις (format), μέχρι να βεβαιωθεί ότι όλα πάνε καλά και δεν θα χαθούν οι πολύτιμες φωτογραφίες. Οι οδηγοί ανάγνωσης των καρτών μνήμης προσφέρουν ανεκτίμητη βοήθεια και ευκολία στη μεταφορά των φωτογραφιών, ειδικά αν υπάρχει διαθέσιμη θύρα USB τα πράγματα είναι ακόμη καλύτερα. Το κόστος αυτών των συσκευών είναι πολύ λογικό για όσα προσφέρουν και κυμαίνεται από 25.000 δραχμές το φθηνότερο μέχρι και το πιο ακριβό που κοστίζει 60.000 δραχμές. Είναι η καλύτερη υποστήριξη που μπορείτε να αποκτήσετε και η πιο βολική γέφυρα ανάμεσα στον ηλεκτρονικό υπολογιστή και την ψηφιακή φωτογραφική μηχανή. Ο δίαυλος 1394 είναι μια λύση κατάλληλη για ψηφιακές φωτογραφίες μεγάλης ανάλυσης που κοστίζει αρκετά (120.000 δραχμές για μια κάρτα) και δύσκολα θα δούμε ανάλογη υποστήριξη σε φωτογραφική μηχανή κόμπακτ. Για τη μονιμότερη εξασφάλιση των ψηφιακών φωτογραφιών, ο δίσκος ακτίνας CD-ROM και ένα CD-R είναι ό,τι καλύτερο έχουμε μέχρι σήμερα με κόστος αρκετά προσιτό πλέον.
τα Καλούδια της Ψηφιακής Κάμερας
Με την αύξηση της ανάλυσης των αισθητήρων αποκαλύφθηκαν με έντονο τρόπο η αξία αλλά και η αδυναμία οποιουδήποτε οπτικού συστήματος τοποθετεί σε μια φωτογραφική μηχανή ο κάθε κατασκευαστής. Το πρόβλημα της φωτογραφικής ποιότητας είναι συνάρτηση αρκετών μεταβλητών, μία εκ των οποίων είναι η ποιότητα του φακού. Αυτός με τη σειρά του αποτελείται από αρκετά στοιχεία και ειδικά οι φακοί ζουμ (μεταβλητής εστίασης) αποτελούνται από ομάδες ή συστοιχίες κρυστάλλων, όπου κάθε συμβιβασμός ή οικονομία στην ποιότητα και στην καθαρότητα κατασκευής έχει επίπτωση στην ποιότητα της ψηφιακής φωτογραφίας. Όταν πριν από λίγα χρόνια o καλύτερος αισθητήρας έφτανε μετά βίας στο ένα εκατομμύριο εικονοστοιχεία και λίγο μετά στα δύο εκατομμύρια εικονοστοιχεία, η χαμηλή ανάλυση συγχωρούσε ακόμη και πλαστικούς φακούς με κάποια λάθη και ατέλειες. Σήμερα, ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει από τις φωτογραφίες ότι είναι δύσκολο να ξεγελαστεί το μάτι από τη χρήση μέτριων φακών. Γι' αυτό και κάθε κατασκευαστής προσπαθεί να τοποθετήσει όσο καλύτερο φακό μπορεί στο πλαίσιο κόστους που ελπίζει ότι θα είναι ελκυστικότερο για να πουλήσει στην αγορά. Ένας καλός φακός αφήνει το φωτογράφο να τον ελέγξει σε κάθε περίπτωση για το άνοιγμα και την εστίαση.
Βασικό στοιχείο στην ποιότητα της ψηφιακής φωτογραφίας είναι και η επιφάνεια υποδοχής του φωτός. Όσο μεγαλύτερη είναι αυτή η επιφάνεια, τόσο καλύτερα αποτελέσματα έχουμε, εφόσον οι ακτίνες του φωτός που χρησιμοποιούνται για το σχηματισμό της εικόνας είναι σαφώς περισσότερες. Η μεγάλη επιφάνεια του αισθητήρα μάς επιτρέπει να τοποθετήσουμε περισσότερα εικονοστοιχεία, τα οποία με τη σειρά τους δίνουν περισσότερη και καλύτερη πληροφορία για τη φωτογραφία. Στο σημείο αυτό αρχίζουν να αποκτούν ενδιαφέρον το σχήμα, το μέγεθος, η τοποθέτηση και ο αριθμός αυτών των στοιχείων της εικόνας (picture elements-pixels). Οι νέας γενιάς αισθητήρες Super CCD, που έχουν τοποθετήσει η Sony και η Fujifilm, ανταγωνίζονται σε μέγεθος αρχείου, άρα και σε πληροφορία και ποιότητα φωτογραφίας, τους κλασικούς αισθητήρες με τα τετράγωνα εικονοστοιχεία. Πετυχαίνουν έτσι μικρότερο μέγεθος, μικρότερη κατανάλωση, λιγότερα πραγματικά εικονοστοιχεία και μεγαλύτερη ευαισθησία στο φως. Νέοι αλγόριθμοι δίνουν ακόμη καλύτερα αποτελέσματα στη συμπίεση των ψηφιακών αρχείων και λιγότερη απώλεια. Ωστόσο, ένας καλός και πλούσιος αισθητήρας είναι ακόμη η καλύτερη λύση.
Παραμένοντας για λίγο στους φακούς, θα πρέπει να πούμε ότι οι περισσότεροι φωτογράφοι έχουν πλέον αναθέσει το έργο της εστίασης στη μηχανή και εμπιστεύονται αυτήν τη λειτουργία. Από όλες τις μηχανές, η Nikon Coolpix 990 διαθέτει δυνατότητα επιλογής συνεχούς αυτόματης εστίασης και θα περίμενε κανείς ότι ουδέποτε θα πάρει ανεστίαστες φωτογραφίες. Ορισμένες φορές όμως ακόμη και αυτό το κορυφαίο σύστημα δεν επαρκεί. Έτσι, η δυνατότητα ελέγχου της εστίασης, περιστρέφοντας το δαχτυλίδι εστίασης του φακού που μας επιτρέπουν οι E10 και Sony Cybershot 505 V, θα πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη, έστω και αν αυτό καθυστερεί τη διαδικασία φωτογράφησης.
Fill, R.E.R. Slow Sync
Αυτές είναι προχωρημένες τεχνικές χρήσης φλας. Στη θέση «πάντα ενεργό» (fill) η μηχανή εκθέτει κάθε λήψη υπολογίζοντας τον υπάρχοντα φωτισμό, και βοηθά και με φλας, είτε χρειάζεται είτε όχι. Μπορούμε να βελτιώσουμε έτσι φωτογραφίες προσώπων με τον ήλιο πίσω από το κεφάλι. Η μείωση του φαινομένου «κόκκινα μάτια» (R. E. R. Red Eye Reduction) είναι μια λειτουργία που καθυστερεί τη φωτογράφηση ενός προσώπου που κοιτάζει το φακό όσο χρειάζεται για να μπορέσει η μηχανή να στείλει κάποιο φως λίγο πριν από την έκθεση, ώστε να κλείσει αυτόματα η ίριδα του ματιού και να μη βγουν κόκκινα τα μάτια από την ανάκλαση της λάμψης του φλας στον αμφιβληστροειδή. Ο αργός συγχρονισμός του φλας με το κλείστρο, Slow Sync, είναι κάτι ανάλογο με τη λειτουργία fill, με τη διαφορά ότι το φλας θα ανάψει ένα ελάχιστο κλάσμα του χρόνου και λίγο πριν κλείσει το κλείστρο. Εφαρμογή με καλά αποτελέσματα έχουμε μόνο όταν η μηχανή στηρίζεται σε τρίποδο, ο φωτισμός είναι χαμηλός και οι χρόνοι έκθεσης βρίσκονται κάτω από το 1/8 του δευτερολέπτου.
Δύο ακόμη σημαντικά λόγια για το φλας είναι απαραίτητα. Το φλας στη θέση αυτόματης χρήσης θα το χρησιμοποιήσει η φωτογραφική μηχανή όταν είναι ρυθμισμένη στο πρόγραμμα αυτόματης έκθεσης και ο χρόνος έκθεσης πέσει κάτω από το 1/60. Δίνεται με αυτό τον τρόπο προτεραιότητα σε ό,τι μπορεί να φωτίσει το φλας (μέχρι τέσσερα μέτρα το πολύ) και στο να μην έχουμε κουνημένες φωτογραφίες. Στην περίπτωση αυτή, αν το υπάρχον φως δεν επαρκεί, μετά τα τέσσερα μέτρα, θα έχουμε μαύρο φόντο. Το φλας φωτίζει πάντα ικανοποιητικά χάρη στην αυτόματη ρύθμιση μόνο σε μια απόσταση, ένα μέτρο πιο κοντά έχουμε καμένες από το φως επιφάνειες και ένα μέτρο μακρύτερα έχουμε αφώτιστες, δηλαδή το φλας δεν ευνοεί τις φωτογραφίες με βάθος.
Αυτονομία
Η αυτονομία της ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής εξαρτάται από την μπαταρία και τις διαθέσιμες φωτογραφίες (μνήμη). Για τις μπαταρίες θα πρέπει να πούμε ότι τα νέα είναι πολύ καλά. Οι επαναφορτιζόμενες μπαταρίες τύπου ΑΑ NiMH είναι πλέον μεγάλης χωρητικότητας, 1.600mAh, και μπορούν να κινήσουν το ψηφιακό φωτογραφικό σας «εργοστάσιο» αρκετή ώρα (πάνω από μία). Το ίδιο ανθεκτικές είναι και οι μπαταρίες ιόντων λιθίου. Μικρή αυτονομία δίνουν μόνο οι μικροκαμωμένες φωτογραφικές μηχανές (Fujifilm FinePix 40i και Fujifilm FinePix 4700), γιατί η μπαταριοθήκη τους είναι μικρή και χωρά μόνο δύο μπαταρίες τύπου ΑΑ. Ευτυχώς όμως είναι πολύ εύκολο να έχετε περισσότερες μπαταρίες αυτού του τύπου, ανατρέποντας με μικρό κόστος την κατάσταση προς όφελός σας. Θα πρέπει να γνωρίζετε ότι η δυνατότητα αποθήκευσης μεγάλων ψηφιακών αρχείων έχει τις παρακάτω συνέπειες: αύξηση της ποιότητας, αύξηση του χρόνου εγγραφής στη μνήμη, μεγαλύτερη κατανάλωση ρεύματος, ανάγκη για κάρτες μνήμης με μεγάλη χωρητικότητα και κόστος. Για την αυτονομία σε φωτογραφίες θα πρέπει να αναφέρουμε και πάλι ότι θα συμβεί να έχετε μνήμη για 600 φωτογραφίες και να μη σας φτάνει, κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει πάντα να κάνετε σοφή και δημιουργική χρήση των αποθεμάτων. Τραβάμε μόνο ό,τι χρειάζεται και όταν χρειάζεται, έχοντας αφήσει πάντα και λίγο ελεύθερο χώρο για τις φωτογραφίες που ίσως χρειαστεί να πάρουμε λίγο πριν τις «αδειάσουμε» στο σκληρό μας δίσκο.
Ειδικά Tρικ
Μια ψηφιακή φωτογραφική μηχανή σάς παρέχει τη δυνατότητα να παίξετε με το φως, το κάδρο και τα έτοιμα ειδικά προγράμματα, που αυξάνουν τη δημιουργική απόλαυση της φωτογράφησης. Πέρα από τις μικρού μήκους ταινίες, μπορείτε να πάρετε ασπρόμαυρες φωτογραφίες ή να χρησιμοποιήσετε διάφορα φίλτρα που θα δώσουν φωτογραφίες με κάποια απόχρωση (Sepia, Negative). Όλα τα μοντέλα της Sony διαθέτουν όλες τις παραπάνω ευκολίες. Από τις υπόλοιπες μηχανές, οι Nikon και Ricoh δίνουν ασπρόμαυρες φωτογραφίες για τους αθεράπευτα ρομαντικούς του χώρου.
Προγράμματα Έκθεσης
Auto, Program, As, Ae, M, Special Programs. Όλα αυτά ίσως φαίνονται κινέζικα, αλλά ένα είναι σίγουρο, όσο περισσότερες επιλογές υπάρχουν που σας φέρνουν πανικό, τόσο πιο άχρηστες είναι. Παράλληλα, αν σας αγγίξει η φωτογραφία, τότε το σίγουρο είναι ότι θα χρειαστείτε τις δυνατότητες Program, As, Ae και σπανιότερα, ίσως και ποτέ, την επιλογή Μ. Τι κάνουν όμως όλα αυτά; Το Program φροντίζει ώστε να μην πέσει ο χρόνος έκθεσης κάτω από το 1/60. Aν το φως δεν φτάνει με το πλέον ανοιχτό διάφραγμα του φακού, τότε θα ζητηθεί το φλας. Το Program επίσης ρυθμίζει το χρόνο κλείστρου, ανάλογα με το βαθμό μεγέθυνσης του φακού ζουμ.
Υπάρχουν δύο τρόποι αυτόματης έκθεσης, όπου στον ένα δίνεται προτεραιότητα στο άνοιγμα του φακού Ae (ελέγχουμε το βάθος και την ευκρίνεια) και στον άλλο στο χρόνο του κλείστρου As (ελέγχουμε την κίνηση του θέματος και το συγχρονισμό του φλας). Η θέση Μ χρειάζεται μόνο όταν έχουμε να κάνουμε πολλές ίδιες λήψεις με δεδομένες αναλλοίωτες συνθήκες φωτισμού, π.χ. μέσα σε εργαστήριο. Το ελάχιστο που θα διαθέτει μια φωτογραφική μηχανή είναι το πρόγραμμα αυτόματης έκθεσης Ae (σε μερικές μηχανές είναι μόνο η θέση Auto). Το περισσότερο που βρήκαμε είναι τα πολλά ειδικά προγράμματα στην περίπτωση της Nikon Coolpix 880.
Βοηθήματα
Τα βασικά βοηθήματα που θα χρειαστείτε αποκτώντας μια ψηφιακή φωτογραφική μηχανή είναι: τρίποδο, δύο φωτιστικά, μια θήκη, ένας φορτιστής και εφεδρικές μπαταρίες, αν δεν υπάρχουν στη συσκευασία. Θα χρειαστείτε και κάρτες μνήμης ανάλογες με τις προθέσεις και τις φωτογραφικές διαθέσεις σας. Ο ιδανικότερος τρόπος να μάθετε να φωτογραφίζετε καλύτερα είναι η αυστηρή αυτοκριτική, ο πειραματισμός και οι πολλές φωτογραφίες. Όσο περισσότερες παίρνετε, τόσο το καλύτερο.
Φωτογράφηση με Φλας
Ένα σύντομο σεμινάριο κρίνεται απαραίτητο για την καλύτερη χρήση του φλας. Κατ' αρχάς, αν μπορείτε να φωτογραφίσετε χωρίς φλας, κάντε το. Το φλας είναι μια λύση ανάγκης και κανενός είδους συμβουλή ή κανόνας δεν είναι δυνατόν να λύσει όλα τα ζητήματα. Τα προβλήματα με τις μικρές αυτές ηλεκτρονικές γεννήτριες φωτός ξεκινούν από το μικρό τους μέγεθος και το ότι είναι τοποθετημένες πολύ κοντά στο φωτογραφικό φακό, λόγω έλλειψης χώρου. Όλες οι κόμπακτ φωτογραφικές μηχανές υποφέρουν σε αυτό το σημείο. Οι δυνατότητες ρύθμισης του φλας είναι on, δηλαδή ενεργό, και off, εκτός λειτουργίας.
Αν ο ψηφιακός αισθητήρας μπορεί να δει και σε λίγο φως ή να φτάσει σε ευαισθησία τα 800 ή και περισσότερα ISO, τότε το φλας δεν χρειάζεται. Στην περίπτωση αυτή έχουμε μια αύξηση του ψηφιακού θορύβου. Για δημιουργικές και καλλιτεχνικές φωτογραφίες είναι προτιμότερος ο θόρυβος από τον ψυχρό και σκληρό φωτισμό του φλας, που καταστρέφει τη μαγεία του φωτισμού.