Τεχνολογια των Εκτυπώσεων
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΓΡΑΠΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΓΟΥΤΕΜΒΕΡΓΙΟ
- Πληροφοριακά Στοιχεία
1.1. ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΓΡΑΦΕΣ
Ο άνθρωπο
, ως κοινωνικό ον, αισθάνθηκε από πολύ νωρίς την ανάγκη να επικοινωνήσει με τα μέλη της ομάδας του. Προκειμένου να ικανοποιήσει την ανάγκη του αυτή, χρησιμοποίησε τις κινήσεις του σώματός του, την κραυγή και αργότερα το λόγο. Πώς εξελίχθηκαν οι κοινωνίες των προϊστορικών ανθρώπων και η μεταξύ τους επικοινωνία δεν γνωρίζουμε ακριβώς, αλλά εικάζουμε από τα κατάλοιπα του παρελθόντος: μνημεία, επιγραφές σπηλαίων, ανασκαφικά ευρήματα κ.λ.π. Αντίθετα, κατά τους ιστορικούς χρόνους, κατά τους οποίους χρησιμοποιείται γραπτός λόγος, οι γνώσεις μας γίνονται πιο συγκεκριμένες.1.1.1 Η σφηνοειδής γραφή
Οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες τοποθετούνται στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και συγκεκριμένα στα νότια της Μεσοποταμίας, εκεί όπου βρίσκεται το σημερινό Ιράκ. Στη θέση αυτή, μεταξύ της 6ης και της 1ης χιλιετηρίδας π.Χ., έζησε ένας λαός με υψηλό πολιτισμό, ανεπτυγμένο εμπόριο, γεωργία και κτηνοτροφία, οι Σουμέριοι.
Τα πρώτα γραπτά σημεία γεννήθηκαν από την ανάγκη καταγραφής των αγροτικών προϊόντων για εμπορικές συναλλαγές και χρονολογούνται την 4η χιλιετηρίδα, περίπου το 3.300 π.Χ. Τα σημεία που βρέθηκαν χαραγμένα σε πήλινες πινακίδες, είναι εικονογραφήματα, το καθένα από τα οποία αναπαριστά ζωγραφικά ένα αντικείμενο ή ον.
Μετά από ενδιάμεσα στάδια εξέλιξης οι γραφείς κατέληξαν σε έναν πιο πρακτικό τρόπο σχεδιασμού των σημείων. Χρησιμοποίησαν καλάμι ή ξύλο τριγωνικής απόληξης, που μπορούσε εύκολα να εισχωρήσει στη μαλακή επιφάνεια του πηλού και να αποδώσει ένα ευδιάκριτο αποτύπωμα, αντί να χαράσσουν πάνω στον πηλό. Επειδή η μορφή της απόληξης των γραφίδων και κατά επέκταση και το αποτύπωμά της θυμίζει την τριγωνική μορφή της σφήνας, η γραφή ονομάστηκε από τους μελετητές σφηνοειδής.
Αν και η γραφή γεννήθηκε στη Μεσοποταμία για να καλύψει λογιστικές ανάγκες, η χρήση της άρχισε να επεκτείνεται γεωγραφικά στη γύρω περιοχή και για την κάλυψη άλλων αναγκών -καταγραφή θρησκευτικών ύμνων, οδηγών μαντικής, μύθων κ.ά. Η επιρροή της σφηνοειδούς γραφής έφτασε δια μέσου των εμπορικών συναλλαγών ως την Αίγυπτο και τη Μικρά Ασία, ενώ τα τελευταία δείγματα χρονολογούνται γύρω στο 75 μ.Χ.
1.1.2. Η ιερογλυφική γραφή
Μεταξύ του 3.300 και του 3.100 π.Χ. ένας ακόμη λαός παρουσίασε δείγματα γραφής· ήταν οι Αιγύπτιοι, οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι η γραφή τους ήταν θεόσταλτη, δώρο από τον θεό Θωτ προς τους ανθρώπους με διαμεσολαβητές τους ιερείς. Αυτός είναι και ο λόγος που η γραφή τους ονομάζεται ιερογλυφική. Στην πραγματικότητα , όπως στη Σουμερία, έτσι και στην Αίγυπτο, η ανάγκη καταγραφής των αγροτικών προϊόντων οδήγησε τους ανθρώπους στη γραφή. Η Αίγυπτος επηρεάστηκε από τον πολιτισμό των Σουμέριων, αλλά η γραφή της ακολούθησε άλλη εξέλιξη. Τα πρώτα ιερογλυφικά σημεία, σκαλισμένα σε πέτρα ή σε πηλό, σήμαιναν ολόκληρες λέξεις. Σύντομα, όμως, κάποια από αυτά απέκτησαν φωνητική αξία, συμβολίζοντας έναν φθόγγο ή μια συλλαβή.
Η πιο συνηθισμένη επιφάνεια γραφής ήταν ο πάπυρος, φυτό που συναντάται σε αφθονία στις όχθες του Νείλου. Η χρήση του παπύρου απαιτούσε ειδική επεξεργασία, η οποία γινόταν από τους γραφείς. Τα στελέχη του κόβονταν σε λεπτές λωρίδες και τοποθετούνταν σαν ένα είδος ύφανσης: ένα στρώμα λωρίδων κολλιόταν κάθετα πάνω στο άλλο με αποτέλεσμα να δημιουργείται μία επίπεδη και εύκαμπτη επιφάνεια. Αφού αυτή στέγνωνε με πίεση, στη συνέχεια βερνικωνόταν. Τα σημεία χαράσσονταν με μία καλαμένια βέργα, με λαξευμένη απόληξη και με τη χρήση παχύρρευστης μελάνης. Η μελάνη ήταν μείγμα καρβουνόσκονης, νερού και ειδικής κόλλας. Οι Αιγύπτιοι εκτός από τον πάπυρο χρησιμοποιούσαν και την περγαμηνή (κατεργασμένο δέρμα ζώου), μόνο, όμως, για κείμενα μεγάλης αξίας, μια και το δέρμα ήταν ακριβό.
1.1.3. Η κρητομηνωική γραφή - Ο δίσκος της Φαιστού
Στον ελλαδικό χώρο, δείγματα γραφής παρουσιάζονται με την ίδρυση των πρώτων μεγάλων ανακτόρων σε όλα σχεδόν τα μινωικά κέντρα της Κρήτης. Τα Κρητικά σημεία της εποχής μεταξύ του 1.900 – 1.700 π.Χ. επηρεάζονται κυρίως από τα ιερογλυφικά της Αιγύπτου. Οι Κρήτες γράφουν με εικονογράμματα και ιδεογράμματα που απαντώνται σε πρισματικές σφραγίδες, σε πήλινες πινακίδες, σε διπλούς πελέκεις και άλλα ιερατικά σκεύη.
Ένα από τα σημαντικότερα γραπτά ευρήματα αποτελεί ο δίσκος της Φαιστού, μία πήλινη πλάκα με διάμετρο 16 περίπου εκατοστά, που φέρει κείμενο και στις δύο όψεις. Το κείμενο σχηματίζεται από 45 διαφορετικά στοιχεία επαναλαμβανόμενα. Το κείμενο είναι γραμμένο έτσι ώστε να δημιουργεί σπείρα και εικάζεται πως μνημονεύει μία προσευχή ή έναν ύμνο. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι τα ιερογλυφικά σύμβολα που περιέχει ο δίσκος, δεν χαράχθηκαν, αλλά κάθε σημείο αποτυπώθηκε χωριστά στον πηλό με ένα είδος πιεστηρίου ή στοιχείου (στερεότυπο), φτιαγμένου για το σκοπό αυτό. Η χρήση αυτών των στερεοτύπων θα μπορούσε να θεωρηθεί ως πρόδρομος της τυπογραφίας.
Με την πάροδο του χρόνου, η γραφή από εικονιστική (γραφή κατά την οποία χρησιμοποιούνταν μόνο εικόνες) γίνεται γραμμική (χρησιμοποιούνται τα γράμματα). Για αρκετά χρόνια, πάντως, το γραμμικό συλλαβικό σύστημα συνυπήρχε με τα ιερογλυφικά. Η εξέλιξη των σημείων του γραμμικού συστήματος δημιούργησε τη Γραμμική γραφή Α και αργότερα την Γραμμική γραφή Β. Η τελευταία, είναι η μόνη γραφή του Κρητο-μινωικού πολιτισμού που έχει αποκρυπτογραφηθεί.
1.1.4. Το αλφάβητο
Οι γραφές που αναφέρθηκαν έως τώρα, ανήκουν στη μεγάλη κατηγορία των μη αλφαβητικών γραφών. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και οι γραφές των Μάγια και των Αζτέκων καθώς και αυτή των Κινέζων, η οποία γεννήθηκε τη 2η χιλιετία π.Χ. και χρησιμοποιείται, με μικρές τροποποιήσεις, έως τις μέρες μας.
Η επινόηση του αλφαβήτου με τη σημερινή έννοια -δηλαδή το σύνολο των γραμμάτων με τα οποία γράφεται μία γλώσσα, διατεταγμένο κατά ορισμένη σειρά- ανήκει πιθανότατα στους Φοίνικες. Οι χαρακτήρες της γραφής των Φοινίκων επηρεάστηκαν από τα ιερογλυφικά σύμβολα των Αιγυπτίων. Το Φοινικικό αλφάβητο δεν περιείχε φωνήεντα. Γύρω στα τέλη του 9ου με αρχές του 8ου π.Χ. αιώνα οι Έλληνες εμπλούτισαν το Φοινικικό αλφάβητο με φωνήεντα, δημιουργώντας έτσι το πρώτο φωνητικό αλφάβητο στον κόσμο. Έως τις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα, η γραφή ήταν συνεχής, χωρίς διακοπή μεταξύ λέξεων ή φράσεων και γραφόταν από δεξιά προς τα αριστερά ή βουστροφηδόν ( κατά το σύστημα αυτό η πρώτη σειρά γράφεται από δεξιά προς τα αριστερά και η επόμενη από τα αριστερά προς τα δεξιά κ.ο.κ., κατά τον τρόπο δηλαδή που κινείται ένα βόδι στο όργωμα). Αργότερα, καθιερώθηκε η γραφή από αριστερά, η οποία και επικράτησε οριστικά με τους Ρωμαίους.
Το λατινικό αλφάβητο, το οποίο εξαπλώθηκε τόσο ώστε σήμερα να χρησιμοποιείται για τη γραφή των κυριοτέρων γλωσσών του δυτικού κόσμου, θεωρείται ότι παράχθηκε από τις ελληνικές αποικίες της Κάτω Ιταλίας.
1.2. Η ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
Στην προσπάθειά του ο άνθρωπος να επικοινωνήσει γραπτά, χάραξε πλήθος υλικών, όπως την πέτρα και τον πηλό, το κερί και τα μέταλλα, ενώ χρησιμοποίησε γύψινες πλάκες, δέρματα ζώων, στελέχη παπύρων και υφάσματα για το γράψιμο με μελάνη. Οι ανάγκες των λαών που ανέπτυξαν πολιτισμό, για γραπτή επικοινωνία αυξάνονταν ολοένα. Πολλά κείμενα χρειάζονταν να γραφτούν περισσότερες από μια φορές, προκειμένου να διαδοθεί το περιεχόμενό τους. Έτσι, στο επάγγελμα του γραφέα προστέθηκε εκείνο του αντιγραφέα.
1.2.1. Η εφεύρεση των εκτυπώσεων από τους λαούς της Ανατολής
Η επινόηση αφενός του χαρτιού το 105 μ.Χ. και αφετέρου του πινέλου από τρίχες καμήλας το 250 μ.Χ., από τους Κινέζους, βοήθησε αισθητά στην καλλιγραφία των αντιγραφέων. Παρόλα αυτά η ανάγκη για να δημιουργήσουν περισσότερα του ενός κείμενα σε λιγότερο χρόνο τους οδήγησε, εκατοντάδες χρόνια αργότερα, στην επινόηση της πρώτης μορφής εκτύπωσης, την ξυλογραφία.
Η ιστορία, λοιπόν, των εκτυπώσεων με σκοπό την παραγωγή όμοιων αντιτύπων ξεκίνησε από την Κίνα το 868 μ.Χ. Το αρχαιότερο τυπωμένο βιβλίο στον κόσμο έχει τον τίτλο Ιστορία του Διαμαντιού και βρέθηκε σε μορφή χάρτινου κυλίνδρου. Τα κείμενα και οι εικόνες του έχουν θρησκευτικό περιεχόμενο. Για την κατασκευή της εκτυπωτικής πλάκας, χαράχτηκαν ξύλινες επιφάνειες. Σ’ αυτές, τα σημεία του θέματος που δέχονταν τη μελάνη, προεξείχαν σε σχέση με εκείνα που δεν τυπώνονταν. Στην ξυλογραφική πλάκα χρησιμοποιούνταν αραιωμένη σινική μελάνη, η οποία έχει ως βάση την καπνιά, και η εκτύπωση πραγματοποιούνταν με την πίεση βούρτσας. Με τη μέθοδο της ξυλογραφίας τυπώθηκαν το 10ο αιώνα τα περισσότερα έργα της κινέζικης γραμματολογίας.
Το 1041 οι Κινέζοι κατασκεύασαν από άργιλο μεμονωμένα στερεότυπα για κάθε σημείο της γραφής τους (στοιχεία) και τα χρησιμοποίησαν για τις εκτυπώσεις τους. Δύο χρόνια αργότερα οι κάτοικοι της σημερινής Κορέας τύπωσαν με μεταλλικά κινητά στοιχεία. Η Ευρώπη, ωστόσο, απείχε πολύ ακόμη από την τεχνική των εκτυπώσεων.
1.2.2. Η αντιγραφή των κειμένων από τους Ευρωπαίους
Η σκέψη των Αιγυπτίων να χρησιμοποιήσουν τον πάπυρο (4.000 π.Χ.) ως γραφική ύλη, έδωσε ώθηση στην εξέλιξη της γραφής. Μέχρι τον 4ο αιώνα μ.Χ., στην Αίγυπτο και σε ολόκληρη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επικρατούσαν η περγαμηνή και ο πάπυρος με τη μορφή κυλίνδρου. Οι κύλινδροι, αποτελούμενοι από 20 περίπου κολλημένα μεταξύ τους φύλλα, έδιναν επιφάνεια γραφής μήκους 6-10 μέτρων.
Από τον 4ο αιώνα μ.Χ. η περγαμηνή άρχισε να διπλώνεται αποκτώντας σχήμα βιβλίου. Τα διπλωμένα φύλλα ράβονταν μεταξύ τους στη μία πλευρά (ράχη) και όλο το σύγγραμμα προστατευόταν από δύο ξύλινες πλάκες παραλληλόγραμμου σχήματος. Αργότερα, η ράχη ενισχύθηκε με δερμάτινες λωρίδες ενώ το ξύλο, που αποδείχθηκε βαρύ, δύσχρηστο και σκέβρωνε εύκολα, εγκαταλείφθηκε. Τη θέση του πήραν παχιά στρώματα φύλλων παπύρου ή περγαμηνής, κολλημένα μεταξύ τους και πιεσμένα.
Την περίοδο μεταξύ 5ου και 12ου αιώνα μ.Χ. τα βιβλία γράφονταν ή αντιγράφονταν από μοναχούς επάνω σε περγαμηνή, μέσα στα μοναστήρια. Τις περισσότερες φορές, τα βιβλία αυτά περιείχαν αξιοσημείωτες εικονογραφήσεις με έντονα χρώματα, κυρίως κίτρινο, κόκκινο, πράσινο, μπλε και χρυσό. Η τέχνη της αντιγραφής και της εικονογράφησης των βιβλίων παρέμενε, όλους αυτούς τους αιώνες, αποκλειστικά, σχεδόν, στα χέρια των μοναχών, γεγονός που τους προσέδιδε ιδιαίτερο κοινωνικό κύρος και επιρροή.
Από το 12ο αιώνα μ.Χ. η ζήτηση για βιβλία συνεχώς αυξάνονταν. Το εμπόριο και οι συναλλαγές εξαπλώνονταν, οι μεγάλες πόλεις εξελίσσονταν σε μεγάλα εμπορικά κέντρα, όπου και ιδρύθηκαν τα πρώτα πανεπιστήμια. Τα πανεπιστήμια απαίτησαν την οργάνωση βιβλιοθηκών, ενώ παράλληλα η πνευματική κίνηση μεγάλωσε, καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι μορφώνονταν. Η Ευρώπη βίωσε μία βαθιά κοινωνική μεταρρύθμιση. Η τέχνη της αντιγραφής ξέφυγε από τα στενά όρια των μοναχών και προσεγγίστηκε για πρώτη φορά από τη μεσαία τάξη. Η ανάγκη για περισσότερα βιβλία, οδήγησε στην οργάνωση της παραγωγής και της διάθεσής τους. Με το τέλος του 13ου αιώνα η κατασκευή του χαρτιού έγινε γνωστή και στους Ευρωπαίους. Έτσι προετοιμάστηκε το έδαφος για την εφεύρεση μιας εκτυπωτικής μεθόδου.
Η έλλειψη μιας μεθόδου αναπαραγωγής πολλαπλών αντιτύπων συντελούσε στον εγκλωβισμό των ανθρώπων στο σκοταδισμό. Οι προκαταλήψεις περιόριζαν τους ορίζοντες του ανθρώπινου νου, κάθε νεωτεριστικό πνεύμα απομονώνονταν. Η ανάγκη για την εφεύρεση μιας εκτυπωτικής μεθόδου γίνονταν περισσότερο αισθητή με την πάροδο των χρόνων, καθώς το ανθρώπινο πνεύμα, σε διαρκή αναζήτηση, εμβάθυνε και πολλαπλασίαζε τις πνευματικές κατακτήσεις του. Εξάλλου, καμία νέα ιδέα, καμία ανακάλυψη δε μπορεί να εκτιμηθεί στις πραγματικές διαστάσεις της, αν δε διαδοθεί και δε διασταυρωθεί.
Η εφεύρεση μεθόδου για την αναπαραγωγή περισσότερων βιβλίων έκανε εφικτή αυτή τη διασταύρωση των πολιτιστικών κατακτήσεων και αυτή με τη σειρά της, την αφύπνιση του ανθρώπου και την απαλλαγή του από το σκοταδισμό του Μεσαίωνα συμβάλλοντας στο νέο ρεύμα της Αναγέννησης.
1.2.3. Οι πρώτες εκτυπώσεις στην Ευρώπη
Οι πρώτες εκτυπώσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Ευρώπη για την αναπαραγωγή θεμάτων, εμφανίστηκαν γύρω στο 1370 στη Γαλλία. Διακοσμητικά και, κυρίως, θρησκευτικά έργα χαράζονταν επάνω σε ξύλινες πλάκες και τυπώνονταν σε χαρτί. Η τεχνική της ξυλογραφίας διαδόθηκε στην Ιταλία ανάμεσα στο 1420 και στο 1430. Το 1435 αρχίζει στη Γαλλία η συστηματική κυκλοφορία των παιχνιδόχαρτων. Τα παιχνιδόχαρτα (τραπουλόχαρτα) ήταν φύλλα λεπτού χαρτονιού, επάνω στα οποία τυπώνονταν διάφορες παραστάσεις με την τεχνική της ξυλογραφίας. Γύρω στο 1440 η εκτύπωση με την ίδια τεχνική διαδόθηκε στη Γερμανία.
Βίντεο εκτύπωσης ξυλογραφίας
Στα μέσα του 15ου αιώνα, στη Δυτική Ευρώπη ωρίμασαν εκείνες οι πολιτικές, πολιτιστικές και οικονομικές συνθήκες που οδήγησαν στην εποχή της Αναγέννησης. Τα χειρόγραφα βιβλία δεν ικανοποιούσαν τη ζήτηση του αναγνωστικού κοινού που ολοένα μεγάλωνε, καθώς σε αυτό προστέθηκαν νέες κοινωνικές τάξεις, οι αστοί και οι έμποροι. Το ενδιαφέρον για μόρφωση και πληροφόρηση αυξάνονταν συνεχώς, ενώ η επιθυμία για φτηνό βιβλίο έγινε πλέον απαίτηση.
Τα πρώτα τυπωμένα βιβλία περιείχαν, κυρίως, εικόνες και μικρής έκτασης κείμενα. Τα πιο γνωστά ξυλογραφικά βιβλία είναι η Γραμματική του Δονάτου, η Αποκάλυψη, η Βίβλος των φτωχών και ο Καθρέπτης της ανθρώπινης σωτηρίας. Για την εκτύπωση των βιβλίων ακολουθήθηκαν δύο τεχνικές: η πρώτη, μεταξύ του 1420 και 1425, χρησιμοποιούσε μία εκτυπωτική πλάκα όπου χαράζονταν μαζί οι εικόνες και τα κείμενα. Η δεύτερη τεχνική εφαρμόστηκε αργότερα και χρησιμοποίησε δύο εκτυπωτικές πλάκες· στη μία χαράζονταν οι εικόνες και στην άλλη το κείμενο. Τα τυπωμένα φύλλα ενώνονταν στη μία πλευρά τους είτε με ράψιμο με κλωστή, είτε με κόλλα από ζυμάρι.
Εντωμεταξύ, το 1423, ο Ολλανδός Λορέν Κόστερ (Laurent Cöster) τύπωσε τον Καθρέφτη, ένα οκτασέλιδο βιβλίο που περιείχε το αλφάβητο. Ακόμη τύπωσε το Πάτερ ημών και άλλα θρησκευτικά κείμενα. Η τεχνική που χρησιμοποίησε διέφερε ως προς την κατασκευή της εκτυπωτικής πλάκας. Αντί για μονοκόμματη ξύλινη πλάκα, χρησιμοποιούσε κινητά στοιχεία σκαλισμένα ανάγλυφα σε ξύλο. Η μέθοδος αυτή, αν και παρουσίαζε το πλεονέκτημα της ανεξαρτησίας των στοιχείων-γραμμάτων της εκτυπωτικής πλάκας, δεν κατάφερε να διαδοθεί γιατί παρουσίαζε ένα σημαντικότατο μειονέκτημα: τα ανεξάρτητα ξύλινα στοιχεία δεν ήταν ανθεκτικά στις πιέσεις της εκτύπωσης.
Η ξυλογραφία, η πρώτη μορφή εκτύπωσης, αποτελεί σταθμό στην ιστορία των γραφικών τεχνών. Παρόλα αυτά η τεχνική της παρουσίαζε σημαντικά προβλήματα: η επεξεργασία της ξύλινης πλάκας ήταν δύσκολη και απαιτούσε πολύ χρόνο, η πλάκα κόστιζε ακριβά, ενώ είχε μειωμένη αντοχή και δεν έδινε πολλά αντίτυπα. Το χαρτί που τυπώνονταν μόνο από τη μία όψη του, πιέζονταν πάνω στη μελανωμένη πλάκα χωρίς κάποια μηχανική διάταξη και το αποτέλεσμα δεν ήταν πάντοτε ικανοποιητικό. Αυτός ήταν και ο λόγος που κάποιοι τεχνίτες δεν έπαψαν να πειραματίζονται για την εφεύρεση μιας άλλης μεθόδου.